Στη χώρα μας ακόμα, έχουμε πρωθυπουργό και όχι κυβερνήτη. Με απλά λόγια ακόμα έχουμε διάκριση των εξουσιών.
Τρεις είναι οι εξουσίες, και μια που πετάγεται και θέλει να λέγεται εξουσία, αλλά δεν είναι. Όσο και αν το θέλει.
Τι νόημα έχει ο πρωθυπουργός να στέλνει επιστολή στον ανώτατο εισαγγελέα της χώρας, ώστε να κάνει τη δουλειά του; Δηλαδή το αυτονόητο;
Πρώτον, έτσι επιτελεί το έργο που του έχουν πει οι επικοινωνιολόγοι. Να παριστάνει δηλαδή τον πατερούλη, που ελέγχει τα πάντα, και έχει χώρο και για εμάς στην ζεστή αγκαλιά του.
Δεύτερον, υπηρετεί σταδιακά την κυβερνητοποίηση της θέσης του πρωθυπουργού που έχει ξεκινήσει σταδιακά εδώ και πολλά χρόνια με τρανό παράδειγμα το ανεκδιήγητο, «ο πρωθυπουργός διατηρεί το προνόμιο της προκήρυξης της ημερομηνίας των εκλογών». Αυτό δεν προκύπτει προφανώς από πουθενά.
Τρίτον, η κίνηση αυτή τον καθιστά αυτόματα κατήγορο και όχι απολογούμενο. Στην περίπτωση του δυστυχήματος των Τεμπών, ο πρωθυπουργός δεν είναι απλά απολογούμενος, αλλά κατηγορούμενος. Αυτός είναι υπεύθυνος εδώ και τέσσερα χρόνια. Αυτός δεν έκανε απολύτως τίποτα για να ανατρέψει, ανατάξει, την όποια κατάσταση παρέλαβε.
Όταν θες να κυβερνήσεις, τα παίρνεις όλα από τον προηγούμενο. Και τα καλά και τα κακά. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, κακά παρέλαβε, χειρότερη την έχει κάνει.
Τέλος, το βασικό και διαχρονικό πρόβλημα για όσα περνάει η χώρα, ειδικά μετά τα μνημόνια ήταν και παραμένει η δικαιοσύνη. Αντί για τυφλή, είναι τύφλα εδώ και χρόνια. Μεθυσμένη κι αυτή από την εξουσία και τα προνόμια που της χαρίζουν απλόχερα οι πατερούληδες πρωθυπουργοί και μεγαλοπαράγοντες.